ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΤΗΣ ΑΚΟΛΑΣΙΑΣ - ΛΑΘΟΣ ΠΟΡΕΙΑ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ - ΟΙ ΕΣΤΙΑΔΕΣ ΞΕΣΚΙΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΕΠΙΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΤΟ ΜΙΚΙ - ΠΗΔΗΜΑ ΣΤΟ ΜΗΧΑΝΟΣΤΑΣΙΟ - ΟΙ ΗΔΟΝΙΣΤΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΥ ΠΟΤΟ ΚΑΤΟΥΡΟΥΝ ΟΠΟΥ ΒΡΟΥΝ - ΣΕΞ, ΣΕΞ, ΣΕΞ - Η ΤΕΛΕΙΑ ΑΠΟΤΡΙΧΩΣΗ - ΣΛΑΒΙΤΣΑ, ΤΑΝΙΑ ΚΑΙ ΜΙΚΙ ΣΕ ΤΡΙΟ ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ
Η Ροζάλια κάθεται στην πλώρη με ανοιχτά τα πόδια, μαλακίζεται και μονολογεί. Περνάει ένα ταχύπλοο κοντά μας. Το ζευγάρι που βρίσκεται μέσα κοιτάει. «Τι βλέπετε, γαμηθείτε μπροστά μου να χύσω!». Η γυναίκα εκνευρίζεται. «Δεν ντρέπεσαι, ξεδιάντροπη», της λέει. «Ποια είσαι;» «Είμαστε σοβαροί». «Να βράσω τη σοβαρότητά σας». «Έλα σε μένα να σε γαμήσω, παλιοσκρόφα!» Η άλλη κοκκινίζει και φεύγουν προς άγνωστη κατεύθυνση. «Τη μαλακισμένη πήγε να μού το παίξει σεμνοπαρθένα». «Δεν είδε ότι ο άνδρας της ορεγόταν το μουνί μου». «Παλιογαμημένες σεμνότυφες, χαλάτε την πιάτσα». Ανεβαίνω στην πλώρη να την ηρεμήσω. Μέσα στην καύλα της δεν με κατάλαβε. «Ποιος μαλάκας μού βάζει χέρι;» «Εγώ θέλω καυλί, όχι χέρι!» Βρίσκεται σε μόνιμο παροξυσμό. «Μίκι, γάμησε την καριόλα να ησυχάσουμε!» «Ελάτε να τη γαμήσετε εσείς που διαμαρτύρεσθε».
Οι μικρές έχουν ακινητοποιήσει το Μάρκο στον ιστό της σημαίας και τον ξεσκίζουν. Φωνάζει τη Zέλικα. Αυτή ανασηκώνεται, τον βλέπει. «Καλά να πάθεις, μαλάκα», του απαντά. «Να σε γαμήσουν τρεις γυναίκες, να δεις τη γλύκα». «Εγώ τη βρίσκω εδώ». Έρχεται η Άννα στην πλώρη. Βάζει πλαστικό πούτσο και πηδάει τη Ροζάλια. «Θέλω πραγματικό», φωνάζει εκείνη. «Παλιογαμημένα θηλυκά, ηρεμήστε, μου σπάσατε τα νεύρα». Ξαπλώνω στο κατάστρωμα. «Ανεβείτε πάνω του» φωνάζουν οι πρυμναίοι. Η Άννα με καβαλάει και η Ροζάλια από πάνω. Πέφτουν χέρια, δάχτυλα. Η Άννα είναι ανάσκελα. «Βάλε μου χέρι, παλιοκαργιόλα», φωνάζει στη Ροζάλια. Αυτή της βάζει όλο τον καρπό της. ενώ μου τραβάει τα αρχίδια. Έρχεται η Σλάβιτσα. «Δεν σας είπα μην τον πειράζετε». «Γιατί, δικός σου είναι;». «Ανήκει στην κοινότητα». «Μωρή, τσούλα, εγώ αποφασίζω ποια θα τον γαμήσει». Σε λίγα λεπτά μαζεύονται δέκα άτομα, διαπληκτίζονται και καταλήγουν σε μικρό gangbang. Σκύβω και περνάω από κάτω. Με γραπώνει η Παυλίνα. Με εμποδίζει να φύγω. Με κατουράει. «Μαλακισμένη, κάντα στη θάλασσα». «Όχι, είμαι ανώμαλη, χύνω πάνω σου!». Βαστούσε ένα άδειο μπουκάλι σλιβοβίτσα. Το παίρνω και το βάζω στο μουνί της.
Οι Εστιάδες το βλέπουν και ορμούν. Η Ροζάλια το στήνει όρθιο στο κατάστρωμα και η μια μετά την άλλη το βάζει στο μουνί της και κουνιέται. Ο καπετάνιος φωνάζει, «φύγετε από εκεί μη μας δεί το λιμενικό». «Είμαστε σε διεθνή ύδατα». «Τι κάνουμε, πηδιόμαστε». «Γαμούν τη γυναίκα σου και εσύ ασχολείσαι με μας». Η Άννα σηκώνεται, κολλάει το μουνί της στο παράθυρο του πιλοτήριου και το δείχνει στον άνδρα της. «Φύγε από εκεί» της λέει, «εμποδίζεις την ορατότητα». «Θα πέσω σε καμιά ξέρα». Το βγάζει με το ζόρι έξω. «Άντε, πιάσε το τιμόνι». Αυτός στον κόσμο του. Η Βαλεντίνα ξαπλωμένη δίπλα στο τιμόνι του τον έπαιζε αργά. Η Άννα ορμάει αγριεμένη στον άνδρα της. «Γάμησέ με, μαλάκα, εδώ και τώρα μπροστά σε όλους!» «20 χρόνια σε ανέχομαι». «Παραπονιόσουν ότι έχω τρίχες, τώρα είμαι ξυρισμένη, άντε, λοιπόν, πήδα με». «Δεν μού σηκώνεται». «Με τη μικρή καλά τα πήγαινες;» Η Άννα εκτός εαυτού βρίζει χυδαία, «έγινα τσούλα για πάρτη σου, γαμημένε, ξεκολιάρη». «Σταματείστε, μπαίνουμε στο λιμάνι του νησιού. Ντυθείτε γαμημένες!»
Ο Άντε είχε πάρει πάλι λάθος πορεία. Είχαμε περάσει το «Κόκκινο Νησί» και πηγαίναμε προς το Medulin στο νότιο τμήμα της χερσονήσου. «Γαμώ τους καπετάνιους μας!» λέει η Σλάβιτσα. «Μαλάκες, δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε τα νησιά». «Όλα μοιάζουν μεταξύ τους!» «Άμα φθάσουμε στον κόλπο Kvaerner, θα σας γαμήσω!»
Στη πρύμνη γινόταν το έλα να δεις. Οι βραχόβιοι και οι βουνίσιοι είχαν ενώσει τα σώματά τους. Οι Εστιάδες έβγαζαν άναρθρες κραυγές. «Ήρθαμε παρθένες, αμόλυντες και πέσαμε στο βούρκο της αμαρτίας!» Οι άνδρες τις είχαν βάλει στο κέντρο και τις γαμούσαν ρυθμικά. Αυτές νόμιζαν ότι οι άπιστοι είχαν μπει στο ναό. Ο Μάρκο ήταν μισολιπόθυμος από τις μικρές. Η γυναίκα του έτριβε τα χέρια της από ικανοποίηση. «Τον ξεζούμισαν οι καργιόλες». Η Ντόρα περπατούσε με τα χύσια στο πρόσωπο. Οι άλλες την κυνηγούσαν να της κλέψουν το σπέρμα.
Κάθομαι δίπλα στη Μίρκα. Διάβαζε τις μικρές αγγελίες κροατικού περιοδικού ανταλλαγής συντρόφων. «Αφού δεν με πηδάνε, τόριξα στο διάβασμα!» «Μελετηρό κορίτσι!» Κάτω από το κάθισμα, η Βερόνικα μαλακίζεται. Σκύβω να δω τι κάνει – με έτρωγε η περιέργεια, με αρπάζει και μου πιάνει το καυλί μου. «Γάμησέ με επιτόπου» «Δεν αντέχω άλλο!» «Μίρκα, άσε το διάβασμα και έλα κάτω για τρίο επειγόντως!» Οι δυο τους φιλιούνται παθιασμένα, γλείφονται, δαχτυλώνονται, ξεσκίζονται! «Είναι στενά εδώ, πάμε κάπου αλλού να γαμηθούμε!»
Όλα τα μέρη είναι κατειλημμένα. Μένει μόνο το μηχανοστάσιο. Κατεβαίνουμε κάτω. Ο βοηθός μάς δείχνει ένα σημείο. Η ζέστη αφόρητη. Βρίσκουμε ένα άνοιγμα και αρχίζουμε το γαμήσι. «Πες του να βγάλει το καυλί του και να έρθει εδώ, ζητάει η Μίρκα. Ο βοηθός ήταν, δεν ήταν 19. Ντρέπεται, κοκκινίζει, ξεροβήχει. «Ευκαιρία είναι να γαμήσεις χωρίς να πληρώσεις», του λέω. Η Βερόνικα τον ξεκουμπώνει και του παίρνει πίπα. «Τώρα είναι που θα χάσουμε τον μπούσουλα», σκέφτηκα.
Στο πιλοτήριο η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου. Ο Σλόμπο γαμάει τη Γιόζιπα που κάνει πίπα στον άνδρα της κι αυτός γλείφει το μουνί της Βαλεντίνα. Το σκάφος κλυδωνίζεται.
Η Σλάβιτσα ψάχνει να με βρει. Αναρωτιέται μήπως έπεσα στη θάλασσα. Οι μικρές δείχνουν την καταπακτή. «Θα τον γαμήσω πατόκορφα». Κατεβαίνει, αλλά δεν με βρίσκει. Η Μίρκα και η Βερόνικα έχουν ξαπλώσει το βοηθό και τον πηδούν παρά την αντίσταση του τελευταίου. Εγώ είχα γλιστρίσει στην μπροστινή καταπακτή και έτρωγα τον κώλο της Βαλεντίνα. «Πού είναι ο δικός μου;» ουρλιάζει η Σλάβιτσα. «Γαμώ το μουνί μου, δεν μπορώ να λείψω και τον παίρνουν οι άλλες!»
Βγαίνω στην πλώρη όπου εξελίσσεται άλλο gangbang. Oι βραχόβιοι επιτίθενται στις βουνίσιες. Οι περισσότεροι από την πολλή σλιβοβίτσα κατουρούν όπου βρούν! Η Μάργκιτ και η Ίλονα τρέχουν να μαζέψουν τα υγρά! Το μουνοποτό είχαν στο νου τους!
Ανησυχώ μήπως ειδοποιηθεί από παραπλέοντα σκάφη η ακτοφυλακή. Είμαστε ουσιαστικά ακυβέρνητοι! Ένα γαμημένο σκάφος!
Σηκώνω το Σλόμπο και βγάζω με το ζόρι τους άλλους από μέσα. «Βρέστε άλλο μέρος να γαμηθείτε!» «Καπετάνιε, πήγαινέ μας στο «Κόκκινο Νησί», αλλιώς δεν θα πάρεις φράγκο!»
«Σλάβιτσα, μάζεψε τις Εστιάδες που προκαλούν αναταραχή στους επιβάτες» «Παλιοθήλυκα, βγάλτε τους χιτώνες σας!» «Εδώ δεν είναι παγανιστικός ναός». «Και σταματήστε τα περί παρθενίας». «Είστε ξεσκισμένες από μπρος και πίσω!»
«Θα βάλω τάξη στο πλοίο». Η Ροζάλια επεμβαίνει, «άντε ξεσκίσου, γαμημένε, με καμιά Εστιάδα που μάς κάνεις μαθήματα ηθικής!» «Μη μιλάς, θα έρθω εκεί!» «Να μου κάνεις τι, να με ξεσκίσεις από τον κώλο;» «Σε πρόλαβαν άλλοι!» Η Ροζάλια επιμένει να μου κάνει ποδομαλακία. Έχει ωραία δάχτυλα και πόδια. Ανεβαίνω στην πλώρη και μου τρίβει το καυλί με τα δάχτυλα των ποδιών της. Παρά τις βρισιές της και το ευμετάβλητο του χαρακτήρα της, είναι συμπαθητικό κορίτσι. Την παίρνω αγκαλιά και ηρεμεί λίγο. Ξαφνικά σηκώνεται και ξανά τα ίδια. Πέρνούσε ένα ταχύπλοο και προκαλούσε το χειριστή! «Αρχιμαλάκα, παίξτον για μένα!» Τελείωσα στα δάχτυλά της. Έσκυψε και δοκίμασε το σπέρμα. Της έγλειψα τα δάχτυλα του αριστερού χεριού της. Μου έλεγε ότι είναι η τσούλα της πόλης. «Είσαι καλό κορίτσι και αξιαγάπητο». «Σε πάω, μού αρέσεις που βρίζεις». «Καυλώνεις τους άλλους και εμένα». «Αλήθεια, Μίκι. «Είσαι φίλος μου!»
Το πράγμα χοντραίνει. Μιλάει η σλιβοβίτσα. Μαζεύω τα μπουκάλια και τα βάζω στο ψυγείο. Παίρνω το κλειδί». Ανεβαίνει η Βερόνικα με χύσια στο πρόσωπο. «Θέλω να πιω!» «Τέρμα το ποτό!» «Τότε θα πιώ το δικό σου». Σκύβει, με ξεκουμπώνει και με πιπώνει. «Ποιανού είναι τα χύσια;» ρωτάω αφελώς. «Του βοηθού!» Με το καυλί μου στο στόμα της, ρίχνω μια ματιά από την καταπακτή. Ο νεαρός ξεβράκωτος με σκισμένο το εσώρουχο λαδώνει τη μηχανή και η Μίρκα του τρίβει τον κώλο!
Οι Εστιάδες, θυμωμένες με τις παρατηρήσεις μου, επιτίθενται με άγριες διαθέσεις. «Θα σου δείξουμε, ηθικολόγε της δεκάρας», με αποσπούν από τη Βερόνικα, με γδύνουν εντελώς και αρχίζουν να επικαλούνται τα πνεύματα! «Κλείστε του τα μάτια, δέστε τον και γαμήστε τον!» Μού βάζουν μαύρο πανί στα μάτια, η μια κάθεται στο πρόσωπό μου και μου βάζει το μουνί της. Η άλλη με κατουράει και η τρίτη παίζει με το καυλί μου. «Καργιόλες», φωνάζω, «την έχετε βάψει μόλις σηκωθώ!» «Είναι αμαρτία να πειράζεις παρθένες, βοηθούς της Εστίας». «Νομίζετε ότι βρίσκεστε στην αρχαία Ρώμη, παλιόμουνα!» απαντώ αγανακτισμένος. «Εκείνες ήταν πραγματικα παρθένες, εσείς γαμιέστε στα βράχια με τον οποιοδήποτε, ηδονίστριες της πλάκας, ξεκολιασμένες, μουνόπανα!» «Θα θυμώσει η θεά Εστία με αυτά που λες!» «Ποια Εστία, κόψτε τις μαλακίες μην πάρω ανάποδες στροφές και σάς βάλω μπουκάλια στις τρύπες σας!». Με κατούρησαν ξανά και αποσύρθηκαν.
Ευκαιρία βρήκε η Βερόνικα να επιστρέψει δριμύτερη. Με έλυσε και με πήρε σε μια γωνιά. Την άφησα ελεύθερη να κάνει ό,τι ήθελε. Ήμουν μπαϊλντισμένος από τις μαλακίες που άκουγα. Το παίζανε σεμνοπαρθένες οι Εστιάδες, ενώ είχαν ξεσκιστεί από όλες τις τρύπες. «Σκούπισε τα χύσια από το πρόσωπό σου, Βερόνικα, αλλιώς δεν θα σε χύσω!» Η Βερόνικα ρίχνει νερό στο πρόσωπό της και το σκουπίζει.«Τελείωσε στη γλώσσα μου, θα τα καταπιώ!»
Σιγά-σιγά μπαίνει τάξη στην αναρχία. Δεν είμαι σεμνότυφος, αλλά το ποτό είχε θολώσειι την κρίση των ηδονιστών. Η Σλάβιτσα ήταν σχετικά νηφάλια. Περιφερόταν άσκοπα πάνω-κάτω μήπως βρει κανένα καυλί ελεύθερο για ρούφηγμα. Η Ροζάλια στον κόσμο της έβριζε χυδαία όποιο σκάφος περνούσε δίπλα μας. Το ρήμα «γαμώ» σε ημερήσια διάταξη. Οι γυναίκες ξεζούμιζαν τους άνδρες. Τα χύσια βρίσκονταν παντού, στα καθίσματα, στις πετσέτες, στα πρόσωπά τους. Οι βραχόβιες με περηφάνεια έδειχναν τα πρόσωπά τους και έλεγαν πόσοι τελείωσαν πάνω τους! Γνήσια ηδονιστικά συμπτώματα. Όπως στο Cap d'Agde με την Αγγλίδα φίλη μας.
Κάθισα, έβγαλα το σημειωματάριό μου και άρχισα να καταγράφω τις εντυπώσεις μου, αλλά συγχρόνως επέτρεψα στη Σλάβιτσα να μου κάνει πίπα. Το καυλί μου ανήκε πλέον στην κοινότητα των ηδονιστών. Είχα εμπιστοσύνη στη Σλάβι, την πήγαινα σαν γυναίκα και άνθρωπο. Ήταν καλλιεργημένη, εύστροφη, με πλούσιο συναισθηματικό κόσμο. Είχε εμμονή με τις παγανιστικές θεωρίες. Πίστευε σε φυσικά φαινόμενα και έκανε ομαδικό σεξ να ηρεμήσει τα πνεύματα! Ένιωθα μια παράξενη έλξη. Το gangbang της δεύτερης ημέρας μάς είχε φέρει πολύ κοντά. Η «αρχιέρεια της ακολασίας και του ελέους» με ηρεμούσε. Καθώς σημείωνα, με πλησίασε, με έγλειψε, με φίλησε. «Τι άλλο θέλεις να σου κάνω;» «Να σου γλείψω τις ρώγες σου;» Από μικρός έχω μια ευαισθησία στο σημείο αυτό. Η Σλάβιτσα το κατάλαβε. Έβγαλε τη γλώσσα και με κυκλικές κινήσεις με έφερε σε οργασμό. Μετά μου πήρε το σημειωματάριο, το έβαλε στην άκρη, ανέβηκε πάνω μου, έβαλε το καυλί μου μέσα της και μέχρι που φτάσαμε στο «Κόκκινο Νησί» μείναμε σε αυτή τη θέση. Φιλιόμασταν. Τουλάχιστο γλύτωσα από τις μαινόμενες Εστιάδες. Τα κωλομάγουλά της έκαιγαν. Έκλεισε τα μάτια της και αποκοιμήθηκε πάνω μου. Στον ύπνο της έλεγε επαναλάμβανε τη λέξη «μουνί» στα Κροατικά.
Ο καπετάνιος χτύπησε την κόρνα. Επιτέλους φθάσαμε. Ντυθήκαμε στα γρήγορα και αποβιβαστήκαμε. Οι Εστιάδες μπροστά με σηκωμένα τα χέρια και από πίσω οι υπόλοιποι. Περάσαμε το πρώτο νησί και την τεχνητή γέφυρα. Σταματήσαμε στον υπάλληλο της παραλίας. Βγάλαμε εισιτήρια και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το σημείο που είχαμε επιλέξει. Οι ίδιες μαλακίες με τις Εστιάδες που σήκωναν τους χιτώνες για να δείχνουν τα ξυρισμένα μουνια τους, αλλά το έπαιζαν σεμνοπαρθένες! Η Ροζάλια και η Παυλίνα γδύθηκαν τελείως και χάιδευαν το μουνί τους. «Αν μάς ρωτήσουν, θα πούμε ότι έχουμε φαγούρα!»
Η Σλάβιτσα μαζί με τη Σουζάνα χέρι-χέρι έψαχναν να ξυρίσουν κανένα τριχωτό μουνί! Αλλά που τέτοια τύχη. Όλες ήταν ξυρισμένες και μερικές, όπως μάς εξομολογήθηκαν, είχαν κάνει ριζική αποτρίχωση! Συζήτησα με μια Κροάτισσα για την αποτρίχωση. «Είμαι πολύ ευχαριστημένη». «Το μουνί μου είναι καθαρό και προσιτό σε όλους τους φίλους μου». «Είμαι δισεξουαλική».«Πιάστο να το αισθανθείς». Έβαλα το χέρι μου. Ήταν λείο σαν της Σλάβιτσα, καθαρό. «Έχεις ωραία σέξι κλειτορίδα». «Σκέπτομαι να την τρυπήσω και να βάλω δαχτυλίδι για να καυλώνω περισσότερο!». «Πώς σε λένε»; «Τάνια» «Εσένα;» «Μίκι». Ζήτησα συγγνώμη από τους άλλους. Προσποιήθηκα ότι ήταν γνωστή μου. «Πάμε για gangbang». «Θέλεις να έρθεις;» Δεν ήξερε τη λέξη, αλλά κατάλαβε και γέλασε. «Δεν το έχω κάνει, αλλά θα μού άρεσε». Μάζεψε τα πράγματά της και μάς ακολούθησε. Στο δρόμο μιλούσε με τη Σλάβιτσα. Μου κλείνει το μάτι, «θα της κάνω καμάκι». Δεν χρειάστηκε. Άρχισαν τα καυτά φιλιά και τα πιασίματα. «Θα δω λεσβιακό», σκέφτηκα. Κάναμε μα στάση. Η Τάνια τράβηξε τη Σλάβιτσα πίσω από ένα θάμνο και της έκανε παθιασμένο έρωτα. Η μια δαχτύλωνε την άλλη, «Μίκι, έλα κοντά μας, να πιάσουμε το καυλί σου». «Θα μας χύσεις στο πρόσωπο και θα σκουπίσω τη Σλάβιτσα» .»Τάνια, πόσο σου κόστισε η ριζική αποτρίχωση». «Αρκετά, αλλά σιχαινόμουνα τις μουνότριχες». «Λατρεύω το άτριχο μουνάκι». «Το βλέπω». «Γλείψτο». Έβαλα τη γλώσσα μου στην κλειτορίδα της. Είχε κάνει και λεύκανση μουνιού. Η Σλάβιτσα ζήλεψε. «Εμένα δεν με έχεις γλείψει έτσι». «Μην παραπονιέσαι, Σλάβι». «Λατρεύω τα καθαρά μουνάκια σαν της Τάνιας». Καύλωσα και έχυσα στο πρόσωπο της Σλάβιτσα. Η Τάνια με τη γλώσσα της σκούπισε το πρόσωπό της και με φίλησε, «Έχει ωραία γεύση, δεν μυρίζει σλιβοβίτσα!». Μετά με έβαλαν στη μέση. Η Σλάβιτσα από κάτω και η Τάνια από πάνω. Η Σλάβιτσα την αγαπημένη της συνήθεια: κωλοδάχτυλο και η Τάνια έβαλε το καυλί μου στο μουνί της. Το ωραιότερο σάντουιτς. Χύσαμε και οι τρεις. Σηκωθήκαμε και πήγαμε να βρούμε τους άλλους. Η Τάνια μόνο με την ιδέα του ομαδικού πηδήματος τρελαινόταν. «Θα έρθεις στην παρέα μας;». «Θέλω να πάρω τρία καυλιά μέσα μου», απάντησε.
No comments:
Post a Comment